Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2016

ΤΑ ΤΑΜΠΑΚΑΡΙΑ ΤΩΝ ΧΑΝΙΩΝ





 Μια πόλη όσο μικρή και να είναι περιέχει περισσότερη ποίηση, από οποιοδήποτε  φυσικό τοπίο. Η φύση είναι ένα χάος από ασύνειδες δυνάμεις η πόλη ένα χάος από δυνάμεις συνειδητές. Ο κάλυκας ενός άνθους  ή τα κλαδιά  ενός αιωνόβιου δέντρου μπορεί να είναι ή να μην είναι συμβολικά, αλλά δεν υπάρχει δρόμος, ούτε ένα τούβλου τοίχου που να μην είναι ένα ηθελημένο σύμβολο, ένα μήνυμα ενός ανθρώπου προς ένα άλλο άνθρωπο, μήνυμα τόσο συγκεκριμένο όσο ένα γράμμα ή ένα s.m.s.  Ο παραμικρός δρόμος  διατηρεί σε κάθε του κρυφή γωνιά τις ψυχές αυτών που τον κατασκεύασαν που τον περπάτησαν, ανεξάρτητα αν ζουν ή αναπαύονται από καιρό στον τάφο.  Κάθε της μόριο είναι ένα ιερογλυφικό  ένα ντοκουμέντο διδακτικότερο  από πολλές επιστημονικές διατριβές. 

 Τα Ταμπακαριά ήταν για μένα μια τοποθεσία  στην συνοικία της Χαλέπας, μετά ήταν ένα κέντρο διασκέδασης σε ένα ανασκευασμένο Ταμπακαριό, ένας τόπος κρυφών ερωτικών ραντεβού, κυρίως  όμως το  μέρος που δούλεψαν ή έζησαν κάποιοι  άνθρωποι που γνωρίζω. Το πρώτο μήνυμα που μου εξέπεμψαν τα ερείπια που σιγά- σιγά καταπίνει η θάλασσα, ήταν το παρελθόν μιας διαφορετικής αστικής ζωής. Μια ζωής, πριν ακόμα ο κόσμος γίνει οικείος , στον καθένα και ο κάθε τοπικός πολιτισμός  γίνει παγκόσμια κληρονομία. Ακόμα και τότε , την εποχή της μικρής αστικής ανάπτυξης, η πόλη ήταν μια απόδειξη του  πόσα πολλά  χρωστά  το κάθε άτομο στο σύνολο των ανθρώπων. Πόσος σημαντικός, για την επιβίωση του οποιουδήποτε, είναι ο ανώνυμος που κάνει την  ποιό ασήμαντη  εργασία, στην λειτουργία μιας πόλης;  Έτσι τα Ταμπακαριά αποτέλεσαν κάποτε μια τοπική, αυτάρκης και αυτοτροφοδοτούμενη βιοτεχνία, που συνέδεε τους ανθρώπους  της τοπικής κοινωνίας. Οι κτηνοτρόφοι, έφερναν τα ζώα τους στην πόλη, για να τραφούν  οι κάτοικοι  και τα δέρματα να  γίνουν υποδήματα και για τους ίδιους και για τους αστούς. Η αύξηση του πληθυσμού μετέβαλε αυτήν την δραστηριότητα, την επεξέτεινε, την ανάγκασε να επιβιώνει με την εισαγωγή δερμάτων από την Ελλάδα πρώτα και από το εξωτερικό αργότερα και όταν οι ανάγκες μπορούσαν να καλυφτούν μόνο με την βιομηχανική παραγωγή ,  αυτή η δραστηριότητα  παρήκμασε και τέλος έκλεισε τον κύκλο της. Αυτός όμως ο θάνατος, έδωσε ζωή σε συνοικίες και δουλειά σε άλλους  ανθρώπους που ανέλαβαν να κατασκευάζουν μαζικά υποδήματα , σε  κάποιο άγνωστο  ίσως σημείο του κόσμου.


  Η πόλη μας και το νησί μας  είχε την τύχη, ο σουλτάνος  να αναθέσει  την διοίκηση στον «πεφωτισμένο» πασά της Αιγύπτου,  Μοχάμεντ   Άλη , από το 1830-1840  έτσι γνώρισε τον αστικό εκσυγχρονισμό πολύ πριν από άλλα μέρη  της χώρας. Η πόλη απέκτησε σχέδιο και ρυμοτομία δυτικής πόλης χαράχτηκαν οι συνοικίες και ανάμεσα στα άλλα επέλεξαν  την ανατολική πλευρά της Χαλέπας, για την κατεργασία του δέρματος. Ιδανικό μέρος, πρώτον γιατί βρίσκονται ταυτόχρονα μακριά, αλλά και κοντά στα Χανιά και δεύτερον, διότι η συγκεκριμένη τοποθεσία φιλοξενεί πάρα πολλά υπόγεια υφάλμυρα νερά, δίπλα σε αβαθή θάλασσα που ήταν χρήσιμη για το πρώτο στάδιο επεξεργασίας των δερμάτων.   Η πρώτη εγκατάσταση έγινε στο παραθαλάσσιο τμήμα της οδού Βιβιλάκη και μετά το 1920, επεκτάθηκε ανατολικότερα προς την Αγία Κυριακή. Αυτή η βιοτεχνία βρέθηκε στην ακμή της  τον μεσοπόλεμο, ως το 1950 υπήρχαν  80 ταμπακαριά,  αργότερα έπεσαν  θύματα και αυτά της βελτίωσης   του τρόπου ζωής που έφερε η ανάπτυξη στις δεκαετίες του ’60 και του  ’70. Σήμερα σώζονται μόνο 6  με αυτήν την δραστηριότητα . . Πολύ  λίγα από αυτά    λειτουργούν ως αποθήκες, ανακαινισμένα ξενοδοχεία και ταβέρνες, αλλά τα περισσότερα έχουν αφεθεί στο έλεος του χρόνου, ερειπωμένα και ετοιμόρροπα. Την εποχή της ακμής τους τα Ταμπακαριά υπήρξαν ένα θαυμάσιο αρχιτεκτονικό, βιομηχανικό σύνολο, από τη μεριά του δρόμου ήταν ισόγεια, ενώ από τη μεριά της θάλασσας ήταν  δίπατα και τρίπατα, πετρόκτιστα με κεραμιδένιες στέγες, χωρίζονται με στενά περάσματα και σκαλοπάτια οδηγούν προς τη θάλασσα, προσαρμοσμένα στη φυσική κλίση του τοπίου, νεοκλασικού σχεδόν ρυθμού.  


 Τα Ταμπακαριά έχουν να διηγηθούν, στον σημερινό διαβάτη και περιηγητή, τις χιλιάδες ατομικές μας  ιστορίες ως σύγχρονοι  πολίτες των Χανίων  και τις ιστορίες των χιλιάδων ανώνυμων  που επί χρόνια ανταποκρινόταν στις ανάγκες  υπόδησης των παλαιοτέρων και αυτών που συνέβαλαν  στον πιο διαχρονικό αστικό εκσυγχρονισμό της πόλης.  Η αποκατάσταση  των χαλασμάτων των εγκαταστάσεων, των μηχανημάτων που σήμερα έχουν αφεθεί στην θάλασσα    στον χρόνο, θα βελτιώσει το αστικό περιβάλλον και θα αποτελέσει ένα ζωντανό βιοτεχνικό μουσείο. Ο κόσμος που το μέλλον θα δημιουργήσει , δεν έχει περιθώριο να αφήνει να καταστρέφεται το παραμικρό δημιούργημα του ανθρώπινου μόχθου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου