ΤΑ ΜΑΧΑΙΡΑΔΙΚΑ
ΤΩΝ ΧΑΝΙΩΝ
Η
γειτονιά των παλιών τεχνιτών που κατασκεύαζαν χειροποίητα Κρητικά μαχαίρια δεν έχασε
τ’ όνομα της επειδή ο βιολογικός κύκλος των ανθρώπων της φωτιάς και του
καμινιού μειώθηκε από χρόνια.
Την
εποχή της Τουρκοκρατίας, μετά το 1669 δηλαδή η τέχνη της κατασκευής των
μαχαιριών ανθεί και στα Χανιά. Οι πρώτοι τεχνίτες ήταν τούρκοι, γρήγορα όμως
εμφανίσθηκαν και Κρητικοί τεχνίτες που ειδικεύθηκαν και δημιούργησαν εξαιρετικά
δείγματα της τέχνης τους. Οι Χανιώτες μαχαιράδες εγκαταστάθηκαν ακριβώς δίπλα στο
βυζαντινό τείχος, στη μικρή τάφρο που χώριζε παλιαότερα το Καστέλλι από την υπόλοιπη
πόλη η οποία προφανώς είχε διατηρηθεί και κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας.
Τα δύο επίπεδα του δρόμου πριν τους Γερμανικούς βομβαρδισμούς έφθαναν μέχρι την οδό Δασκαλογιάννη. Μέχρι τη δεκαετία του 1960 σωζόταν ακόμη η ανατολική πύλη του τείχους, έχουμε μάλιστα απεικονίσεις των πυλών αυτών τόσο στα αντολικά του καστελιού, όσο και στα δυτικά. Κάποια κτίρια που ανεγέρθηκαν επί τουρκοκρατίας πάνω στο τείχος ή γύρω από αυτό, υφίστανται ακόμη.
Τα κτίρια που χτίστηκαν στην μικρή τάφρο, έγιναν κατοικίες ή εργαστήρια των μαχαιροποιών και από τις δυο πλευρές του δρόμου που άρχιζε από το Συντριβάνι, τέμνονταν από τη σημερινή οδό Δασκαλογιάννη και συνέχιζε μέχρι σχεδόν τη Σαμπιονέρα, την Πύλη της ΄Αμμου.
Τα δύο επίπεδα του δρόμου πριν τους Γερμανικούς βομβαρδισμούς έφθαναν μέχρι την οδό Δασκαλογιάννη. Μέχρι τη δεκαετία του 1960 σωζόταν ακόμη η ανατολική πύλη του τείχους, έχουμε μάλιστα απεικονίσεις των πυλών αυτών τόσο στα αντολικά του καστελιού, όσο και στα δυτικά. Κάποια κτίρια που ανεγέρθηκαν επί τουρκοκρατίας πάνω στο τείχος ή γύρω από αυτό, υφίστανται ακόμη.
Τα κτίρια που χτίστηκαν στην μικρή τάφρο, έγιναν κατοικίες ή εργαστήρια των μαχαιροποιών και από τις δυο πλευρές του δρόμου που άρχιζε από το Συντριβάνι, τέμνονταν από τη σημερινή οδό Δασκαλογιάννη και συνέχιζε μέχρι σχεδόν τη Σαμπιονέρα, την Πύλη της ΄Αμμου.
Σήμερα την τέχνη του μαχαιροποιού την ασκούν
μόνο τρείς τεχνίτες.
Ο
Μιχάλης Παχτίκος, γιος ενός παλιού μαχαιροποιού, του μοναδικού που βρίσκεται
στη ζωή από εκείνη τη γενιά λέει,
καυτηριάζοντας τη σκληρή πραγματικότητα της δουλειά
αυτής, ως εξής: “Τα νέα παιδιά δεν θέλουν να γίνουν τεχνίτες γιατί δεν αντέχουν
τη ζέστη του καμινιού και την κάπνα. Εγώ μεγάλωσα βλέποντας τον πατέρα μου τον
Απόστολο μέσα στη λάβα της φωτιάς και ψήθηκα σε αυτή την τέχνη. Στα δεκάξι μου
χρόνια πούλησα τα πρώτα χειροποίητα μαχαιράκια που είχα φτιάξει και επειδή
άρεσαν στον πελάτη του μαγαζιού παράγγειλε κι’ άλλα. Όλα μας τα μαχαίρια είναι
κοπανισμένα και βαμμένα στο παραδοσιακό μας καμίνι και έχουν πάνω τους εκτός
από την Κρητική μαντινάδα και την φίρμα του μαχαιροποιείου μας, ο «Αρμένης».
Εξήντα πέντε χρόνια στη δουλειά αυτή ο πατέρας μου και τριάντα εγώ ως
επαγγελματίας, υπολογίζοντας τον προαναφερόμενο χρόνο από την εφηβική μου
ηλικία. Για το Κρητικό μαχαίρι, η μαντινάδα που θα σας πω, τα λέει όλα:
Ένα μαχαίρι Κρητικό όλου του κόσμου αρέσει,
και μπεγιεντίζει το κορμί, που το φορεί στη μέση”.
Έχει δική του
επιχείρηση στο βιοτεχνικό πάρκο «Βερέκυνθος» της δημοτικής περιφέρειας Σούδας.
Έκπληκτος έμεινε για μια στιγμή ο μαχαιροποιός Σταύρος
Πατεράκης από την απρόσμενη επίσκεψη μας στη βιοτεχνία του, όπου εκείνη την
ώρα κατασκεύαζε μια ειδική παραγγελία ενός μεγάλου Κρητικού παραδοσιακού
μαχαιριού. Από τη συνάντηση αυτή, καταγράψαμε ενδιαφέροντα θέματα που
εξιστορούσε με συγκίνηση, αναφερόμενος για την τέχνη αυτή που έμαθε από μικρό
παιδί, ως εξής: “ Γεννήθηκα το 1962 στην Πολυρήνια Κισάμου, αλλά από δύο χρονών
είμαι στα Χανιά. Και η δική μου η γενιά μάθαινε τέχνες, αλλά μετά, κανένα παιδί
δεν ήθελε να μάθει την τέχνη ενός παραδοσιακού επαγγέλματος όπως για παράδειγμα
είναι τα μαχαίρια. Στη Σπλάντζια μέναμε και τα «Μαχαιράδικα», έτσι λεγόταν η
γειτονιά εκείνη της οδού Σήφακα αφού εκεί ήταν όλα, καμία δεκαριά εργαστήρια,
παλιοί τεχνίτες. Ένας από αυτούς κι ο μακαρίτης Νίκος Σκουντριδάκης που με είχε
πάρει παραγιό του για να βγάζω το χαρτζιλίκι μου, βοηθώντας τον. Μ’ άρεσε όμως
αυτή η δουλειά και παρατηρούσα καλά όλες τις κινήσεις του αφεντικού. Εκείνη την
περίοδο επικρατούσε ακόμα μια κακή τακτική, δηλαδή, οι τεχνίτες όλων των
κατηγοριών, δεν έλεγαν τα μυστικά της δουλειάς τους. Πολλές φορές έρχεται στο
νου μου και γελάω, η λέξη «κλέφτης», που έλεγε για μένα, αστειευόμενη βέβαια, η
μακαρίτισσα σύζυγος του αφεντικού μου η κυρά Αθηνά επειδή κοιτούσα με επιμονή
και υπομονή κάθε του κίνηση. Ήταν καλός άνθρωπος, αλλά έτσι είχαν τότε τα
πράγματα, δεν έδειχναν στους παραγιούς παρά μόνο στα παιδιά τους για να είναι
εκείνοι συνεχιστές της παράδοσης. Δέκα πέντε χρονών ολοκλήρωσα το πρώτο μαχαίρι
και πέταγα από χαρά γιατί ήταν δικό μου έργο από την αρχή μέχρι το τέλος.
Πουλήθηκε μάλιστα, απ’ ότι θυμάμαι και σε καλή τιμή. Το αφεντικό τότε, μου είπε.
«Σταύρο έγινες τεχνίτης και από σήμερα όσα μαχαίρια θα φτιάχνεις και θα
πωλούνται, θα παίρνεις τα μισά χρήματα ».
Η τέχνη του μαχαιριού, όπως και άλλων
παραδοσιακών τεχνών, εξαφανίζεται από την ανάγκη της μαζικής παραγωγής. Τέτοιες
τέχνες μπορούν να επιβιώσουν ,με την ανάπτυξη νέων πολιτισμικών προϊόντων που
θα αναδεικνύουν την ιστορία του αστικού περιβάλλοντος ενός τόπου. Τα μαχαιράδικα είναι ένας προνομιακός τέτοιος
χώρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου